- χοιροσφαγία
- ἡ, Α [χοιροσφάγος]σφαγή χοίρων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
χοιροσφαγία — χοιροσφαγίᾱ , χοιροσφαγία slaughter of swine fem nom/voc/acc dual χοιροσφαγίᾱ , χοιροσφαγία slaughter of swine fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χοιροσφάγια — τα, Ν (λαογρ.) εθιμική τελετουργική σφαγή χοίρου κατά την περίοδο τού δωδεκαημέρου ή τής αποκριάς. [ΕΤΥΜΟΛ. < χοίρος + σφαγή] … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek